Κάτω από την προστασία της ομπρέλας το βλέμμα αρθρώνει λόγο στη στιγμιαία προβολή μιας κινηματογραφικής καταγραφής του παρελθόντος της.
Τα χείλη αποσπούν τις στάλες της μοναξιάς από τα βιώματά της και γράφουν ένα χάδι κάτω από το συννεφιασμένο ουρανό.
Τα χείλη λένε:
"Να περπατάς πάντα μεστή από αξιοπρέπεια ό,τι κι αν συμβαίνει. Να προσδίδεις τη δική σου εκδοχή στα πράγματα και στον κόσμο. Να βιώνεις κάθε στιγμή αποδίδοντας αυτό που ζεις με λέξεις.
Να αναδύεσαι μέσα από τον ήλιο, την βροχή ή το χιόνι ακόμη πιο όμορφη, ακόμη πιο πλήρης, δίχως να φοβάσαι, δίχως να περιμένεις κάτι απόλυτα συγκεκριμένο.
Να δημιουργείς τη στιγμή την ίδια στιγμή που τη βιώνεις. Να είσαι ένα ανθρώπινο πλάσμα πλήρες. Να είσαι σώμα, πνεύμα και κυρίως ψυχή που εκτινάσσει συναισθήματα σε κάθε θάλασσα, σε κάθε βουνό, σε κάθε ηλιόλουστη πεδιάδα.
Να γίνεσαι ο καλύτερος εαυτός σου. Να είσαι ταυτόχρονα το υποκείμενο που ενεργεί και το υποκείμενο που συναισθάνεται τα πάντα σα να δημιουργείται ο κόσμος από την αρχή ξανά."
Όταν τα χείλη σταματούν να προφέρουν λέξεις, η βροχή δυναμώνει. Τότε το ανθρώπινο θαύμα πραγματώνεται αμέσως και η κοπέλα το νιώθει χωρίς να κάνει καμία άλλη ιδιαίτερη προσπάθεια.
Ξαφνικά η κοπέλα μεταφέρεται αλλού, σε άλλη διάσταση, σε άλλη βρόχινη εκδοχή της ζωής.
Κι όμως όλα είναι ίδια και διαφορετικά ταυτόχρονα: η ομπρέλα, το βλέμμα, οι αναμνήσεις, το πάθος για ζωή και λόγο.
Και η κοπέλα περπατά στη βροχή απολαμβάνοντας την πιο φυσική μεταμόρφωση. Κι είναι αλήθεια δώρο της ζωής οι μεταμορφώσεις που κρατούν ανέπαφη την ουσία του χαρακτήρα μιας ανθρώπινης ύπαρξης και τελικά συνηγορούν στη διατήρηση των ίδιων των αναλλοίωτων στοιχείων της ανθρώπινης ζωής. Αυτής της ζωής που συχνά όλοι ψάχνουν να τη βρουν μέσω των άλλων αγνοώντας πως πάντα βρίσκεται μέσα τους.