Είχε ξημερώσει, όταν η σκέψη της επιστροφής γεννήθηκε στη
ψυχή του.
Θα ήταν μία επιστροφή σχεδόν ανεπαίσθητη, η οποία θα
καθήλωνε το βλέμμα της κοπέλας και θα το ζευγάρωνε με το βλέμμα του αγοριού.
Με τη σκέψη αυτή να μετατρέπεται σε ονειρική εικόνα μέσα
στα μάτια του, το αγόρι άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του και άρχισε να περπατά
προς το μέρος εκείνο που είχε δει στο όνειρά του ή που νόμιζε ότι είχε δει ή
που για αρκετά χρόνια όριζε την απεραντοσύνη της δικής του αγάπης.
Λίγες στιγμές νωρίτερα η κοπέλα με τα μαύρα μαλλιά είχε κιόλας
ξεκινήσει αναζητώντας τη δημιουργία μιας ανθρώπινης ιστορίας χωρίς τέλος.
Η ίδια η αγάπη, ως ζωντανό συναίσθημα μιας αμοιβαίας
αναζήτησης, προετοίμαζε την αρχή μιας κοινής ιστορίας πέρα από κάθε λογική,
πέρα από οποιαδήποτε ομοιότητα με άλλες
ανθρώπινες ιστορίας.
Γιατί συνέβαινε αυτά τα δύο παιδιά να αγνοούν ότι στην
πραγματικότητα υλοποιούσαν την ιστορία την οποία κάποιος ανώνυμος συγγραφέας
είχε ήδη γράψει στο μοναχικό του τετράδιο.
Κι όταν τα βλέμματά τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά εκείνη
την ημέρα, μια γλυκιά ανάσα επανασύνδεσης των βλεμμάτων τους κατέκλισε και τα
δύο παιδιά.
Ούτε μία στιγμή δεν αναρωτήθηκαν πως συνέβαινε να γνωρίζονται
μεταξύ τους. Αφού η δύναμη της αγάπης που γεννιέται δεν επιδέχεται καμία λογική
εξήγηση.
Καθώς η ημέρα διέσχιζε τη ζωή των κοινών βλεμμάτων της
αγάπης τους, ένα φιλί κατέβηκε από το φως του ήλιου και σαν αφιέρωση σφράγισε
το πρώτο κοινό φιλί τους.
Τότε πολλοί άνθρωποι σε διάφορα σημεία του πλανήτη είδαν για
λίγο δύο αστέρια να ενώνονται εκπέμποντας τόσο φως αγάπης που ήταν ορατό σαν
δεύτερος ήλιος.
Ήταν ο ήλιος της αγάπης.
Ήταν η ίδια εκείνη η παλιά αγάπη των παιδιών, η οποία
υπερβαίνοντας κάθε συνηθισμένο φυσικό νόμο ήταν πια ικανή να ενώνει τα παιδιά
σε μια κοινή ζωή, στην οποία παρελθόν, παρόν και μέλλον ταυτίζονται.
Με τα χείλη τους σφραγισμένα ακόμη το κορίτσι ύψωσε το χέρι
του και ο ήλιος έκλαψε από αγάπη αποστέλλοντας μια υπέρτατη αχτίδα ζεστασιάς
στη φαντασία όλων των ανθρώπων.
Το χαμόγελο που σφράγισε τα χείλη του αγοριού, αποτέλεσε τη
διαύγεια του φωτός, το οποίο θα προστάτευε για πάντα την αγάπη τους.
Κι όταν ο ήλιος έφτασε στην καθημερινή δύση της ουράνιας
βόλτας του, τα δύο παιδιά υποδέχτηκαν την αρχή της νύχτας με ένα τραγούδι για
την επιστροφή της ανθρωπιάς στη ζωή τους.
Γιάννης Πολιτόπουλος